Φωκαεῖς

Φωκαεῖς
Φωκᾱεῖς , Φωκαιεύς
Phocaea
masc acc pl (attic)
Φωκᾱεῖς , Φωκαιεύς
Phocaea
masc nom/voc pl (attic parad-form)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Φωκίδας, νομός — Διοικητική διαίρεση της νοτιοκεντρικής Στερεάς Ελλάδας, που περιλαμβάνει τμήμα της αρχαίας Φωκίδας και συνορεύει στα Β με τον νομό Φθιώτιδας, στα Α με τους νομούς Φθιώτιδας και Βοιωτίας, στα Δ με τον νομό Αιτωλοακαρνανίας και στα Ν βρέχεται από… …   Dictionary of Greek

  • Φώκαια — Η βορειότερη από τις ιωνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, η οποία ιδρύθηκε, σύμφωνα με την παράδοση τον 8o αι. π.Χ. από Φωκαείς και Αθηναίους αποίκους, σε έδαφος που είχε παραχωρήσει η αιολική Κύμη. Γνώρισε μεγάλη ακμή κατά την αρχαϊκή εποχή και… …   Dictionary of Greek

  • Λαμψάκη — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τις φωκαϊκές παραδόσεις, ήταν επώνυμη ηρωίδα της μικρασιατικής πόλης Λάμψακος. Ήταν κόρη του βασιλιά των Βεβρύκων Μάνδρωνα, που είχε την έδρα του στην πόλη Πιτυούσσα. Οι Φωκαείς βοήθησαν τον Μάνδρωνα στους πολέμους… …   Dictionary of Greek

  • Λοκροί — Οι αρχαίοι κάτοικοι της Λοκρίδας. Όπως φαίνεται από τη γλώσσα τους, οι Λ. ήταν κράμα βορειοδυτικών ελληνικών φύλων, που κατέβηκαν από τα Β και έφτασαν μέχρι την οροσειρά της Πίνδου. Εκεί χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: η μία, αφού ακολούθησε τη… …   Dictionary of Greek

  • Δελφοί — Ορεινή κωμόπολη (υψόμ. 580 μ., 2.373 κάτ.) στην πρώην επαρχία Παρνασσίδος του νομού Φωκίδος. Βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Παρνασσού, 21 χλμ. ΝΑ της Άμφισσας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Ο σημερινός οικισμός διαδέχτηκε τον παλαιότερο… …   Dictionary of Greek

  • δωρίς — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος. Από τον γάμο της με τον Νηρέα απέκτησε πενήντα κόρες, τις Νηρηίδες, οι οποίες ονομάζονταν και Δωρίδες. II Ονομασία δύο περιοχών κατά την αρχαιότητα. 1. Μικρή… …   Dictionary of Greek

  • Αγάθη — I (3ος αι. μ.Χ.).Χριστιανή μάρτυς που καταγόταν από τη Σικελία και μαρτύρησε στην Κατάνη (Σικελία). Οι πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή της, είναι ελάχιστες. Κατά την παράδοση, η Α. ήταν μια όμορφη νέα από αρχοντική οικογένεια. Επειδή αρνήθηκε… …   Dictionary of Greek

  • Αλερία — (Αleria). Χωριό (2.000 κάτ.) της Κορσικής στην ανατολική ακτή της, κοντά στην εκβολή του ποταμού Ταβινιάνο, γνωστό και ως Αλαλία. Κύριες ασχολίες των κατοίκων του είναι η γεωργία και η αλιεία. Η Α. είναι χτισμένη στον χώρο της αρχαίας Αλαλίας,… …   Dictionary of Greek

  • Ιερός Πόλεμος — Ονομασία τεσσάρων πολέμων στην ιστορία της αρχαίας Ελλάδας, οι οποίοι είχαν επίκεντρο και αφορμή τους Δελφούς. 1. Α’ Ι.Π. (600 π.Χ.). Πόλεμος της Αμφικτιονίας των Θερμοπυλών εναντίον της Κρίσσας για την ανεξαρτησία των Δελφών. Η Κρίσσα νικήθηκε… …   Dictionary of Greek

  • Фокея — или Фокэя (Φώκαια) один из двенадцати ионийских городов на западном берегу Малой Азии, по преданию, основанный афинянами под предводительством Дамона и Филогена. Жители этого города (Φωκαείς) были известны как искусные мореплаватели и основали… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”